Μὴ φεῦγ' ἑταῖρον ἐν κακοῖσι κείμενον → Ne fuge sodalem, cum calamitas ingruit → Lass einen Freund in Schwierigkeiten nicht im Stich
-η, -ο
1. ο λίγο γλυκός, υπόγλυκος, άγλυκος
2. αυτός που περιέχει πολύ νερό, νερουλός
3. ο επιτηδευμένα και άχαρα γλυκός στους τρόπους, άνοστος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ανα- + γλυκός.
ΠΑΡ. αναγλυκώνω].