φοβοῦ τὸ γῆρας, οὐ γὰρ ἔρχεται μόνον → fear old age, for it never comes alone
ἀπόθεος, -ον (Α)αυτός που βρίσκεται μακριά από τους θεούς, που δεν σέβεται τους θεούς.