μέγα πνεῦμα καὶ πολλὴν θάλασσαν → strong wind and high waves
-ία, -ιο (Μ αἰσχρόβιος)αυτός που ζει αισχρή, ακόλαστη ζωή, εξώλης και προώλης.[ΕΤΥΜΟΛ. < αἰσχρὸς + βίος.