ἀνήρ τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ προσκολληθήσεται → a man cleaves each to his fellow, each to one's fellow
(-έω)1. μεταβάλλω σε γελοίο κάτι σοβαρό, διακωμωδώ2. (μέσ.- παθ.) γελοιοποιούμαιγίνομαι γελοίος, ρεζιλεύομαι.