διακωμωδώ
From LSJ
Γυνὴ δὲ χρηστὴ πηδάλιόν ἐστ' οἰκίας → Honesta mulier est gubernaculum domus → Des Hauses Steuerruder ist die brave Frau
Greek Monolingual
(Α διακωμῳδῶ, -έω)
1. σατιρίζω κάποιον ή κάτι σε κωμωδία
2. γελοιοποιώ.
Γυνὴ δὲ χρηστὴ πηδάλιόν ἐστ' οἰκίας → Honesta mulier est gubernaculum domus → Des Hauses Steuerruder ist die brave Frau
(Α διακωμῳδῶ, -έω)
1. σατιρίζω κάποιον ή κάτι σε κωμωδία
2. γελοιοποιώ.