Εὐδαίμονες οἷσι κακῶν ἄγευστος αἰών → Blessed are those whose lives have no taste of suffering
[Seite 1386] πουν, gen. ποδος, lahmfüßig, p. = χωλόπους.
-ουν, Αβλ. χωλόπους.