αγουρόγεννος
From LSJ
Πολλῶν ὁ καιρὸς γίγνεται διδάσκαλος → Rebus magistra plurimis occasio → Zum Lehrer wird für viele die Gelegenheit
Πολλῶν ὁ καιρὸς γίγνεται διδάσκαλος → Rebus magistra plurimis occasio → Zum Lehrer wird für viele die Gelegenheit
-η, -ο
αυτός που γεννά πρόωρα, ο πρώιμος (το επίθ. κυρίως για την κότα που γεννά αβγά με κέλυφος όχι συμπαγές αλλά μαλακό).
[ΕΤΥΜΟΛ. < αγουρο- + γεννώ.
ΠΑΡ. αγουρογεννώ].