ετυμολόγημα

From LSJ
Revision as of 06:32, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (14)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ἐπ' ἀνδρὶ δυστυχοῦντι μὴ πλάσῃς κακόν → Miseri miseriae ne quid affingas mali → Vermehre nicht dem Unglücksraben noch sein Leid

Menander, Monostichoi, 145

Greek Monolingual

το
η ετυμολογία μιας λέξεως.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ετυμολογώ. Η λ. μαρτυρείται από το 1893 στον Εμμ. Ροΐδη].