τὸν νέον τίνα οἴει καρδίαν ἴσχειν → what do you think are his feelings
ἀγχίδομος, -ον (Α)αυτός που κατοικεί ή βρίσκεται κοντά σε κάποιον, ο γείτονας.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἄγχι + δόμος.