θριδακινίς
From LSJ
ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν → love your neighbor as yourself, thou shalt love thy neighbour as thyself, love thy neighbour as thyself
English (LSJ)
ίδος, ἡ,= foreg., Stratt.66.6 (lyr.).
German (Pape)
[Seite 1219] ίδος, ἡ, dim. zum Vorigen, Strattis bei Ath. II, 69 a.
Greek Monolingual
θριδακινίς, ἡ (Α)
μαρουλάκι.
[ΕΤΥΜΟΛ. Υποκορ. του θριδακίνη].