νὴ Δί᾿, ὦ φίλη γύναι, λεγε → yes, dear lady, speak | yes, dear lady, do speak up
(AM ἐνορμίζω) ορμίζω(μέσ. και παθ.) (για πλοίο) προσορμίζομαιαρχ.οδηγώ το πλοίο στο λιμάνι.