διὰ λαμπροτάτου βαίνοντες ἁβρῶς αἰθέρος → passing lightly through clear-shining air (Euripides, Medea 829)
ο
επίμηκες αμόνι που λήγει σε αιχμές με σχήμα κεράτων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κέρας + ἄκμων «αμόνι». Απόδοση στην ελλ. του γαλλ. bigorne. Η λ. μαρτυρείται από το 1870 στον Γρηγόριο Αλ. Χαντσερή].