λατρείω
From LSJ
λεπταῖς ἐπὶ ῥοπῆσιν ἐμπολὰς μακρὰς ἀεὶ παραρρίπτοντες → staking distant ventures on nice balancings
λεπταῖς ἐπὶ ῥοπῆσιν ἐμπολὰς μακρὰς ἀεὶ παραρρίπτοντες → staking distant ventures on nice balancings
Full diacritics: λατρείω | Medium diacritics: λατρείω | Low diacritics: λατρείω | Capitals: ΛΑΤΡΕΙΩ |
Transliteration A: latreíō | Transliteration B: latreiō | Transliteration C: latreio | Beta Code: latrei/w |
A render as offering, Δί SIG9 (Pass., Olympia, vi B.C.):—also λατρ-αίω, prob. in Inscr.Olymp. 1.7. (Both Elean for λατρεύω, from -ηϝ-yω.)
λατρείω και πιθ. λατραίω (Α)
λάτρον
προσφέρω ως ανάθημα, κάνω θυσία.