λαμπροχαριτωμένα
From LSJ
Εὔπειστον ἀνὴρ δυστυχὴς καὶ λυπούμενος → Concinnat luctus suspicacem et miseria → Leichtgläubig ist ein Mann im Unglück und im Leid
Greek Monolingual
λαμπροχαριτωμένα (Μ)
επίρρ. με λαμπρότητα και με χάρη.
Εὔπειστον ἀνὴρ δυστυχὴς καὶ λυπούμενος → Concinnat luctus suspicacem et miseria → Leichtgläubig ist ein Mann im Unglück und im Leid
λαμπροχαριτωμένα (Μ)
επίρρ. με λαμπρότητα και με χάρη.