Ἐν ταῖς ἀνάγκαις χρημάτων κρείττων φίλος → Melior amicus opibus in re turbida → In Schwierigkeiten ist ein Freund mehr wert als Geld
Full diacritics: μεταδέχομαι | Medium diacritics: μεταδέχομαι | Low diacritics: μεταδέχομαι | Capitals: ΜΕΤΑΔΕΧΟΜΑΙ |
Transliteration A: metadéchomai | Transliteration B: metadechomai | Transliteration C: metadechomai | Beta Code: metade/xomai |
Pass.,
A to be participated in, ὑπὸ οὐσίας Procl.in Prm. 851 S. (dub. l.).
μεταδέχομαι: ἀποθ., δέχομαι μετὰ ταῦτα, Ἐκκλ.
και ματαδέχομαι (ΑM μεταδέχομαι)
νεοελλ.-μσν.
δέχομαι κάποιον ή κάτι εκ νέου
αρχ.
δέχομαι κάποιον ή κάτι αργότερα, ύστερα.