ἀκόνησις
From LSJ
Θεοῦ δὲ πληγὴν οὐχ ὑπερπηδᾷ βροτός → Haud ullus umquam transilit plagam die → Kein Sterblicher springt weiter als des Gottes Schlag
Θεοῦ δὲ πληγὴν οὐχ ὑπερπηδᾷ βροτός → Haud ullus umquam transilit plagam die → Kein Sterblicher springt weiter als des Gottes Schlag
Full diacritics: ἀκόνησις | Medium diacritics: ἀκόνησις | Low diacritics: ακόνησις | Capitals: ΑΚΟΝΗΣΙΣ |
Transliteration A: akónēsis | Transliteration B: akonēsis | Transliteration C: akonisis | Beta Code: a)ko/nhsis |
εως, ἡ,
A sharpening, Hsch. and Suid. s.v. βρυγμός.
[Seite 77] ἡ, das Wetzen, VLL.
ἀκόνησις: -εως, ἡ, τὸ ἀκόνισμα, Ἡσύχ., Ἐτυμ. Μ. ἐν λέξει βρυγμός.
-εως, ἡ
acción de afilar, afilado c. gen. μύλων Sud.s.u. βρυγμός.
ἀκόνησις (-εως), η (Α) ἀκονῶ
το ακόνισμα.