αλογοβορός

From LSJ
Revision as of 06:51, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (3)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Οὐκ ἔστιν οὐδὲν κτῆμα κάλλιον φίλου → Nulla est amico pulchrior possessio → Als einen Freund gibt's keinen schöneren Besitz

Menander, Monostichoi, 423

Greek Monolingual

ο
οβορός τών αλόγων, αλογόμαντρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άλογο + οβορός «περιφραγμένος χώρος όπου διανυκτερεύουν τα ζώα»].