αμυγδαλόψιχα
From LSJ
Πενίαν φέρειν οὐ παντός, ἀλλ' ἀνδρὸς σοφοῦ → Perferre inopiam non nisi sapientium est → nicht jeder meistert Armut, nur der weise Mann
και μυγδαλόψιχα, η
η ψίχα, ο φαγώσιμος καρπός του αμύγδαλου που βρίσκεται μέσα στο κέλυφος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αμύγδαλο + ψίχα].