αποφασιστικότητα
From LSJ
τὸ ζῷον τοῦτο οὐ μονῆρες καὶ αὐθέκαστον, ἀλλὰ κοινωνικὸν καὶ πολιτικόν → this animal is not solitary and self-sufficient, but social and political
Greek Monolingual
η
το να είσαι αποφασιστικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αποφασιστικός. Η λ. μαρτυρείται από το 1821 στην προκήρυξη του Αλ. Υψηλάντη].