πρὸς ὀλίγον ἡσθεὶς ναυτιᾷ → having been delighted a very little while, he is nauseated
-η, -ο (Μ αὐτονόητος, -ον)αυτός που είναι κατανοητός από μόνος του, ευνόητος, σαφής.