βλακόμετρο
From LSJ
Ἐφόδιον εἰς τὸ γῆρας αἰεὶ κατατίθου → Bonum senectae compara viaticum → Wegzehrung für das Alter sorge stets dir vor
Ἐφόδιον εἰς τὸ γῆρας αἰεὶ κατατίθου → Bonum senectae compara viaticum → Wegzehrung für das Alter sorge stets dir vor
το
εκείνος που μπορεί να χρησιμεύσει ως μέτρο βλακείας, ο πολύ βλάκας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < βλαξ (-κός) + μετρό. Η λ. βλακόμετρον, το μαρτυρείται από το 1889 στην εφημερίδα Εφημερίς].