βούτας
From LSJ
Οὔτ' ἐν φθιμένοις οὔτ' ἐν ζωοῖσιν ἀριθμουμένη, χωρὶς δή τινα τῶνδ' ἔχουσα μοῖραν → Neither among the dead nor the living do I count myself, having a lot apart from these
Greek Monolingual
(I)
ο (Α)
βλ. βούτης.———————— (II)
ο βουτώ
κλέφτης, σφετεριστής.