δακρύδιο

From LSJ
Revision as of 07:02, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (8)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ῥίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρίαroot of all the evils is the love of money, for every possible kind of evil can be motivated by the love of money

Source

Greek Monolingual

το (Α δακρύδιον)
μικρό δάκρυ
νεοελλ.
1. το σημείο συναντήσεως της πίσω δακρυϊκής ακρολοφίας και της μετωποδακρυϊκής ραφής
2. γένος κωνοφόρων φυτών
3. γένος μυτιλιδών μαλακίων
αρχ.
γαλακτώδες υγρό από το φυτό σκαμμωνία το οποίο χρησίμευε ως καθαρτικό.
[ΕΤΥΜΟΛ. Υποκοριστικό της λ. δάκρυ].