εθελουργός
From LSJ
Γυνὴ τὸ σύνολόν ἐστι δαπανηρὸν φύσει → Natura fecit sumptuosas feminas → Es ist die Frau durchaus kostspielig von Natur
Greek Monolingual
ἐθελουργός, -όν (AM)
αυτός που εργάζεται πρόθυμα, ο φιλόπονος.
Γυνὴ τὸ σύνολόν ἐστι δαπανηρὸν φύσει → Natura fecit sumptuosas feminas → Es ist die Frau durchaus kostspielig von Natur
ἐθελουργός, -όν (AM)
αυτός που εργάζεται πρόθυμα, ο φιλόπονος.