εκκεντρικότητα

From LSJ
Revision as of 07:07, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (10)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ὁ δὲ πείσεται εἰς ἀγαθόν περ → he will obey you to his profit, he will obey you for his own good end

Source

Greek Monolingual

η
1. θέση έξω από το κέντρο, η απόσταση από το κέντρο, η εκκεντρότητα
2. η ιδιότητα του εκκεντρικού, η ιδιοτροπία.