έλεγος

From LSJ
Revision as of 07:07, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (11)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

τὸ κοῖλον τοῦ ποδὸς δεῖξαιshow the heels, show a clean pair of heels, show the hollow of the foot, run away

Source

Greek Monolingual

ἔλεγος, ο (Α)
1. θρηνητικό τραγούδι, θρήνοςὄρνις ἀλκυὼν ἔλεγον οἶτον ἀείδεις» — αηδόνι μοιρολογάς, τραγουδάς πένθιμο τραγούδι, Ευρ.)
2. ποίημα σε ελεγειακά δίστιχα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Το έλεγος ήταν πένθιμο τραγούδι με την συνοδεία αυλού. Η άποψη τών αρχαίων ότι η λ. έλεγος προήλθε από την φρ. «έ έλέγειν» θεωρείται σήμερα παρετυμολογία. Το πιθανότερο είναι ότι πρόκειται για δάνειο μικρασιατικής και μάλιστα φρυγικής προελεύσεως, ενώ όλες οι άλλες υποθέσεις δεν έχουν ισχυρή βάση].