μὴ τὴν ὄψιν καλλωπίζου, ἀλλ' ἐν τοῖς ἐπιτηδεύμασιν ἴσθι καλός → Don't beautify your face, but be beautiful in your habits (Thales, in Diog. Laertius 1.37)
(AM ἐμβαθύνω)1. σκάβω βαθιά, βαθουλώνω, κοιλαίνω2. μτφ. (αμτβ.) κατανοώ με προσεκτική μελέτηαρχ.1. κάνω κάτι βαθύτερο ή πλατύτερο2. (για κακία) βυθίζομαι, υποκύπτω.