Ἡρακλέους ὀργήν τιν' ἔχων → with a temper like Heracles', with a temper like Hercules'
(AM ἐμβαθύνω)1. σκάβω βαθιά, βαθουλώνω, κοιλαίνω2. μτφ. (αμτβ.) κατανοώ με προσεκτική μελέτηαρχ.1. κάνω κάτι βαθύτερο ή πλατύτερο2. (για κακία) βυθίζομαι, υποκύπτω.