Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
το (AM ἐξάνθημα) εξανθώδερματική αλλοίωση, μικρό ερυθρηματώδες έλκος, πληγήαρχ.-μσν.άνθος («ἀκάνθης λευκὸν ἐξάνθημα», Ευστ.)αρχ.μτφ. τα πάθη («χρηστῆς φύσεως οἷον ἐξανθήματα», Πλούτ.).