ἑπτακάτιοι
From LSJ
Ὅτ' εὐτυχεῖς, μάλιστα μὴ φρόνει μέγα → Minus insolesce, quo magis res prosperae → Wenn du im Glück bist, brüste dich am wenigsten
English (LSJ)
[κᾰ], αι, α, Dor. for ἑπτακόσιοι, Tab.Heracl.1.47.
Greek (Liddell-Scott)
ἑπτακάτιοι: -αι, -α, Δωρ. ἀντὶ τοῦ ἑπτακόσιοι, Ἡρακλεωτ. Πίνακ. ἐν τῇ Συλλ. Ἐπιγρ. 5774. 47.
Greek Monolingual
ἑπτακάτιοι, οἱ, αἱ (Α)
δωρ. τ. του επτακόσιοι.