οὐκ ἔστιν αἰσχρὸν ἀγνοοῦντα μανθάνειν → there is no shame in, not knowing, inquiring
ἡμοτομίας, ὁ (Α)ο κατά το ήμισυ ευνούχος, ο μισοευνουχισμένος.[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + τομίας «ευνούχος» (< τέμνω)].