κεντέω τὸν πῶλον περὶ τὴν νύσσαν → of impetuous haste, goad the foal around the turning post
ἱστοριογραφῶ, -έω (ΑΜ) ιστοριογράφοςείμαι ιστοριογράφος, συγγράφω ιστορικό έργο.