θεὸς δ' ἁμαρτάνουσιν οὐ παρίσταται → God doesn't stand by those who do wrong → A peccatore sese numen segregat → Ein Gott steht denen, die da freveln, niemals bei
καταρνοῡμαι, -έομαι (Α)
αρνούμαι σταθερά, επιμένω στην άρνηση μου («φὴς ἢ καταρνεῑ μὴ δεδρακέναι τάδε;» Σοφ.).