μὴ πόνει, ὦ Ξάνθια, ἀλλὰ ἔλθε δεῦρο → Don't keep suffering, Xanthias, but come here.
η (Μ καταχνιά και καταχνία και κατεκνιά)ομίχλη, ομιχλώδης καιρόςνεοελλ.1. μτφ. ζάλη2. θλίψη, μελαγχολίαμσν.σκοτούρα, φροντίδες.[ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α)- + ἄχνη «αχνός, ατμός»].