κοπροφαγία
From LSJ
Ἡ γλῶσσ' ἁμαρτάνουσα τἀληθῆ λέγει → Inesse linquae veritas lapsae solet → Die Zunge, wenn sie in die Irre geht, spricht wahr
Greek Monolingual
η
βιολ. η πρόσληψη κοπράνων ως τροφής, κατάσταση η οποία είναι φυσιολογική σε ορισμένα ζώα, ενώ στον άνθρωπο παρατηρείται σε περιπτώσεις βαριάς άνοιας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. coprophagy < copro- (πρβλ. κόπρος [Ι]) + -phagy (πρβλ. -φαγία < -φάγος < θ. φαγ- του ἔ-φαγ-ον)].