Φίλιππον ἐπιστῆσαι τοῖς πράγμασι τούτοις → let Philip have a hand in the business, surrender control to Philip
κορβᾱν (Α)
άκλ. προσφορά στον θεό, ανάθημα, αφιέρωμα («κορβᾱν, ὅ έστι δῶρον, ὃ ἐὰν ἐξ ἐμοῡ ὠφεληθῇς», ΚΔ).
[ΕΤΥΜΟΛ. < εβρ. korvan «δώρο»].