δέξηται, δέχονται, ύπεδέξατο, προσδέχεται → should receive, receive, received, receives
ημεγάλος λίθος.[ΕΤΥΜΟΛ. < κοτρώνι + μεγεθ. κατάλ. -α (πρβλ. κεφάλ-α, κουτάλ-α)].