Δεῖ τοὺς φιλοῦντας πίστιν, οὐ λόγους ἔχειν → Non bene stat intra verba amicorum fides → Vertrauen müssen Freunde sich, viel reden nicht
κυπαρισσόλικος, -ον (Μ)αυτός που είναι ψηλός και λυγερός σαν κυπαρίσσι.[ΕΤΥΜΟΛ. < κυπαρίσσι + ἡλικία.