λαθρεμπορία

From LSJ
Revision as of 07:27, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (22)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ὀργὴ φιλούντων ὀλίγον ἰσχύει χρόνον → Amantis ira ferre aetatem non potest → Der Zorn von Liebenden hat Macht nur kurze Zeit

Menander, Monostichoi, 410

Greek Monolingual

η
η λαθραία εισαγωγή ή εξαγωγή εμπορευμάτων με σκοπό την αποφυγή καταβολής τελωνειακών δασμών, το λαθρεμπόριο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λαθρέμπορος. Η λ. μαρτυρείται από το 1826 στα Έγγραφα Ελληνικής Κυβερνήσεως].