μελλοπεθερά
From LSJ
Ζῆθι προσεχόντως ὡς μακρὰν ἐγγὺς βλέπων → Ne temere vivas: specta longa et proxima → Pass auf im Leben: blick auf das, was fern und nah
Greek Monolingual
μελλοπεθερά, ἡ (Μ)
αυτή που πρόκειται να γίνει πεθερά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλλω + πεθερά].