μεσοπόλεμος

From LSJ
Revision as of 07:37, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (24)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

οὐ γὰρ συμφύεται τὰ πεπηγότα ὤσπερ τὰ ὑγρά (Aristotle, Meteorologica 348a.14) → since solid bodies/frozen drops cannot coalesce like liquid ones

Source

Greek Monolingual

ο
1. (γενικά) χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ δύο πολέμων
2. (ειδικά) το χρονικό διάστημα μεταξύ του Α' και Β' παγκόσμιου πολέμου, δηλαδή από το 1918 ώς το 1939.