ὦ φίλον ὕπνου θέλγητρον, ἐπίκουρον νόσου → o dearest charm of sleep, ally against sickness
μεσιδιῶ, και μεσειδιῶ, -όω (Α) μεσίδιοςκαταθέτω μεσεγγύημα.