ἐὰν ᾖς φιλομαθής, ἔσει πολυμαθής → if you are studious, you will become learned
(Μ ξεκαβαλικεύω)κατεβαίνω από άλογο, αφιππεύω, ξεπεζεύωμσν.βοηθώ κάποιον να κατεβεί από το άλογο.[ΕΤΥΜΟΛ. < στερ. ξ(ε)- + καβαλικεύω].