μόνον τὸ καλὸν ἀγαθὸν εἶναι → only the beautiful is the good, only the morally beautiful is good
νεφοδρομῶ, -έω (Μ)τρέχω διά μέσου τών νεφών.[ΕΤΥΜΟΛ. < νέφος + -δρομῶ (< -δρόμος < δρόμος), πρβλ. πελαγο-δρομώ].