ντιφερανσιέλ
From LSJ
θοἰμάτιον οὐκ ἀπολώλεκ', ἀλλὰ καταπεφρόντικα → I haven't lost my himation; I've pledged it to Thought | I have not lost my himation, but I've thought it away | I have not lost my himation, but I spent it in the schools
Greek Monolingual
το
άκλ. το διαφορικό του αυτοκινήτου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. differentiel «διαφορικός» < λατ. differo «διαφέρω»].