πικρὸν με ἀπαιτεῖς ἐνοίκιον → you ask too much of me, you demand a bitter rent from me
ὁμότοξος, -ον (Α)αυτός που έχει όμοιο τόξο.[ΕΤΥΜΟΛ. < ομ(ο)- + τόξον (πρβλ. μεγαλό-τοξος)].