ἐκτὸς τῆς ἡμετέρας ἐπόψεως → beyond our range of vision
(I)ὀνάς, ἡ (Α) όνοςθηλυκός όνος.———————— (II)ὀνᾱς (Α) όνος(κατά τον Ησύχ.) «δοῡλον, ἀνόητον, ἀχρεῑον».