παγούρι

From LSJ
Revision as of 12:12, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (30)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

οὐ γὰρ συμφύεται τὰ πεπηγότα ὤσπερ τὰ ὑγρά (Aristotle, Meteorologica 348a.14) → since solid bodies/frozen drops cannot coalesce like liquid ones

Source

Greek Monolingual

το (Μ παγούριον) πάγουρος
φορητό δοχείο νερού που χρησιμοποιείται κυρίως από τους οδοιπόρους και τους στρατιώτες
νεοελλ.
καρκίνος, καβούρι.