θαρσεῖν χρὴ φίλε Βάττε: τάχ' αὔριον ἔσσετ' ἄμεινον → you need to be brave, dear Battus; perhaps tomorrow will be better | Take heart, dear Battos! Tomorrow will be better.
1. φουσκώνω κάτι υπέρμετρα
2. μτφ. α) μεγαλοποιώ, υπερβάλλω πολύ («μην τά παραφουσκώνεις τα κατορθώματά σου»)
β) εξογκώνω κάτι για να εξαπατήσω κάποιον («τον παραφούσκωσες τον λογαριασμό»).