περιφρουρώ
From LSJ
Μί' ἐστὶν ἀρετὴ τἄτοπον φεύγειν ἀεί → Numquam non fugere inepta , et hoc virtutis est → Die einzge Tugend: meiden, was abwegig ist
Greek Monolingual
-έω, ΝΜΑ
1. φρουρώ, τοποθετώ φρουρούς σε όλα τα μέρη
2. προφυλάσσω, προστατεύω από οποιονδήποτε κίνδυνο.